Το «Γήπεδο Ζωής» είναι ένας μη κερδοσκοπικός οργανισμός του οποίου αποστολή αποτελεί η δημιουργία ενός κέντρου όπου παιδιά και νέοι, θα συμμετέχουν σε αθλητικά, πολιτιστικά, και ακαδημαϊκά προγράμματα, τα οποία θα τα βοηθήσουν να αναπτύξουν ολοκληρωμένες προσωπικότητες ανακαλύπτοντας παράλληλα την κλίση και τις δεξιότητές τους. Το έργο υλοποιείται με τη δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος.
Αφετηρία της σκέψης μας για το κτίριο αποτέλεσαν τρεις εντελώς διαφορετικοί τόποι: η αλάνα, ο προαύλιος χώρος του σχολείου και η παραδοσιακή αυλή του συνοικιακού αθηναϊκού σπιτιού. Η ξέγνοιαστη δημιουργική ελευθερία της αλάνας, η οργανωμένη εκπαιδευτική μεθοδολογία του σχολικού προαυλίου και η προστασία και εσωτερικότητα της αυλής του οικογενειακού σπιτιού, αποτελούν βασικό κομμάτι της χωρικής εμπειρίας, κατά την οποία το παιδί μεγαλώνει και διαμορφώνεται. Οι τρεις αυτοί τόποι, αποτελούν τη φυσική μετάβαση από τον προστατευμένο χώρο του παιδικού μικρόκοσμου, στην περιπετειώδη πραγματικότητα της ζωής.
Η αντίληψη των παιδιών για τον χώρο, απαιτεί την δημιουργία μικρής κλίμακας κατασκευών, οι οποίες θα συνάδουν με την ηλικία τους και επίσης θα αποτρέπουν την «έκθεση» προς τις μεσοτοιχίες των παρακείμενων βιομηχανικών κτιρίων, δημιουργώντας έναν προστατευμένο και φιλόξενο περιβάλλον. Έτσι προτείνεται η οριζόντια ανάπτυξη του κτιρίου προς όλο σχεδόν τον ωφέλιμο χώρο του οικοπέδου και ταυτόχρονα η διάτρησή του σε διάφορα σημεία διαμορφώνοντας εκτεταμένα εσωτερικά κενά, μεγάλα εσωτερικά αίθρια, τα οποία θα επιτρέπουν τον φωτισμό και την λειτουργική ενοποίηση όλων των επιπέδων του κτιρίου. Αυτοί οι υπαίθριοι κενοί χώροι αποτελούν την επανερμηνεία της αλάνας, του αύλειου χώρου του σχολείου και της αυλής στο παραδοσιακό συνοικιακό αθηναϊκό σπίτι. Με αυτό τον συμβολικό τρόπο εγγράφεται στο κτίριο η χωρική εμπειρία του αστικού αθηναϊκού τοπίου των τελευταίων ετών και η μετάβαση του παιδιού από το σπίτι, στο σχολείο και τέλος στη πόλη.
Βασικός στόχος της πρότασής μας είναι η δημιουργία ενός χώρου κοινωνικής συναναστροφής όπου οι μαθητές θα μπορούν να συναντιούνται, να αθλούνται και να χαλαρώνουν. Στο χώρο αυτό, ο νέος, μέσα από την προσωπική ενδοσκόπηση, θα μπορεί να εξερευνήσει τον εσωτερικό του κόσμο, «το κρυφό του δωμάτιο», και να αποκτήσει τα κατάλληλα εφόδια για να ανακαλύψει το ταλέντο του και να κατακτήσει το μέλλον του.
Το ξενοδοχείο «Εσπέρια» αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα κτίρια του κέντρου της Αθήνας που λόγω της διακοπής της λειτουργίας του από το 2010 κρίνεται απαραίτητη η αποκατάστασή του. Καθώς η περιοχή στην οποία βρίσκεται το κτίριο αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους άξονες του ιστορικού κέντρου, με κτίρια ιδιαίτερου κάλλους και αρχιτεκτονικής, είναι πολύ σημαντικό να μην αλλοιωθεί αυτός ο χαρακτήρας, αλλά η νέα όψη του κτιρίου να ενταχθεί αρμονικά στον πολεοδομικό ιστό.
Στην πρότασή μας επιδιώκουμε να αποκαταστήσουμε την ενοποίηση της όψης και την πρόθεση που υπήρχε στα αρχικά σχέδια του κτιρίου. Χρησιμοποιώντας τα στοιχεία της υφιστάμενης όψης, δηλαδή τον κάναβο των εξωστών και την ενοποίηση των δωμάτων μέσω οριζόντιων στοιχείων, προτείνουμε τη δημιουργία ενός «φίλτρου», το οποίο αναδεικνύει τα ιδιαίτερα αρχιτεκτονικά στοιχεία του κτιρίου. Τα κατακόρυφα στοιχεία έχουν την εξής ιδιαιτερότητα: στους χαμηλούς ορόφους είναι πιο πυκνά ώστε να προστατεύουν τον επισκέπτη από την όχληση της πόλης και του πολυσύχναστου δρόμου, ενώ όσο ανεβαίνουμε προς τα ψηλότερα επίπεδα, αυτά γίνονται όλο και πιο αραιά, επιτρέποντας την απρόσκοπτη θέα προς την πόλη. Ένα ακόμα στοιχείο το οποίο προστίθεται στο σύστημα της όψης είναι η χρησιμοποίηση ενός «πράσινου φίλτρου». Η ένταξη δηλαδή ενός συστήματος πρασίνου με κατακόρυφα φυτά τα οποία εναλάσσονται με τα κατακόρυφα στοιχεία της πρόσοψης.
Ο σχεδιασμός του ξενοδοχείου στοχεύει τόσο στην εξυπηρέτηση των επισκεπτών που θα διαμένουν στα δωμάτια όσο και στη δημιουργία των κατάλληλων προϋποθέσεων για τη φιλοξενία εκδηλώσεων και κάθε είδους και μεγέθους συναθροίσεων.
Στην ίδια κατεύθυνση στοχεύει και η χωροθέτηση του βασικού εστιατορίου στον 9ο όροφο, όπου υπάρχει απρόσκοπτη θέα προς τη δυτική πλευρά της πόλης και την Ακρόπολη, ενώ στο δώμα δημιουργείται ένας μικρός χώρος εστίασης δίπλα στην πισίνα του δώματος.
Το οικόπεδο βρίσκεται κοντά στη βιομηχανική ζώνη και στο λιμάνι της Τέμα, στοιχείο που αποτελεί βασική παράμετρο για τον σχεδιασμό. Πιο συγκεκριμένα, υπάρχουν τέσσερα σημεία ενδιαφέροντος στην περιοχή: η βασική πρόσβαση στο οικόπεδο από τη λεωφόρο Rotary, η θέα της πόλης στη βόρεια πλευρά του οικοπέδου, το λιμάνι στο οποίο βρίσκεται το νέο Container Tema Port Terminal και τέλος η θέα προς τη θάλασσα. Η διαμόρφωση του κτιριακού όγκου επηρεάζεται από τους δύο άξονες που συνδέουν αυτά τα τέσσερα σημεία και περνούν από το κέντρο του οικοπέδου. Με αυτόν τον τρόπο, το ισόγειο του κτιρίου ακολουθεί τη γεωμετρία της πόλης και εξελίσσεται σύμφωνα με τους άξονες των παρακείμενων δρόμων. Ομοίως, οι επάνω όροφοι του κτιρίου στρέφονται προς την καλύτερη θέα που προσφέρει το σημείο. Το κτίριο οργανώνεται γύρω από έναν κεντρικό πυρήνα, το αίθριο, με τρόπο που ενισχύει την εμπειρία του κτιρίου καθώς και το μικροκλίμα. Οι όροφοι που συνδέονται με αυτό έχουν οπτική επικοινωνία με την κεντρική περιοχή πρασίνου, μέσα από την οποία το ηλιακό φως και ο φυσικός αερισμός εισρέουν στο κτίριο. Ταυτόχρονα, οι περσίδες ελέγχουν το ποσοστό ηλιακού φωτός που εισέρχεται στο εσωτερικό του κτιρίου για να επιτευχθούν ιδανικές συνθήκες άνεσης για τον χρήστη, ενώ με τους διάφορους σχηματισμούς συντελούν στη δημιουργία μιας ενδιαφέρουσας πρόσοψης.