Μελέτη και κατασκευή ανέγερσης μονοκατοικίας στην πόλη της Λάρισας
Οι ορθοκανονικοί συσχετισμοί των πρισμάτων, καθώς εντάσσονται στο συνεχές οικοδομικό σύστημα, μετασχηματίζονται. Το αυστηρό όριο που διαμορφώνεται μεταξύ της πρασιάς και των πίσω ακαλύπτων χώρων διαρρηγνύεται ικανοποιώντας την ανάγκη ενοποίησης όλων των υπαίθριων χώρων του κτιρίου. Εισάγεται η έννοια της ροϊκότητας, τόσο σε επίπεδο λειτουργίας όσο και στην ίδια την μορφή. Πρόκειται για μια κατοικία στη Λάρισα όπου βασική απαίτηση είναι η διαμπερότητα και η δημιουργία διαφορετικών χώρων διημέρευσης ανάλογα με τον προσανατολισμό. Ο πρωταρχικός ροϊκός άξονας δημιουργεί μια οπτική και λειτουργική συνέχεια ανάμεσα στην είσοδο και στο πίσω μέρος του οικοπέδου. Γύρω από αυτόν τον άξονα αρθρώνονται όλες οι κοινόχρηστες λειτουργίες και οι συνδέσεις με τα υπόλοιπα επίπεδα. Ο άξονας αυτός τονίζεται από τον όγκο που προβάλει στο δεύτερο επίπεδο και έρχεται σε αντίθεση με την οικοδομική γραμμή και τον υπάρχοντα πολεοδομικό ιστό. Μορφολογικά το κτίριο γίνεται αντιληπτό ως μια συνεχής γραμμή που μετασχηματίζεται σε πρισματικούς όγκους και καλύπτει το σύνολο της κατασκευής. Μέσα σε αυτήν τη γραμμή περικλείονται δευτερεύοντες όγκοι άλλοτε κλειστοί και άλλοτε διαφανείς. Αυτή η εναλλαγή ανάμεσα σε συμπαγείς όγκους και σε διάφανα πρίσματα δημιουργεί και την απαιτούμενη μετάβαση από κλειστούς σε ανοιχτούς χώρους.